- Μποντλέρ, Σαρλ
- (Charles Beaudelaire, Παρίσι 1821 – 1867). Γάλλος ποιητής. Μια από τις λαμπρότερες προσωπικότητες της γαλλικής λογοτεχνίας, αλλά εκτός από αυτό, ο Μ. θεωρείται γενικά και ο δημιουργός της νεώτερης ποίησης και - μετά τον ρομαντισμό - εκείνος που επέβαλε μια οξύτερη συνείδηση στην αυτονομία της τέχνης. Έξι χρονών έμεινε ορφανός από πατέρα και ένιωσε πολύ γρήγορα μια οδυνηρή παρεξήγηση με τη μητέρα του και τον πατριό του, τον ταγματάρχη Οπίκ, τον οποίο παντρεύτηκε η μητέρα του το 1828. Όταν τελείωσε τις σπουδές του, συναναστρεφόταν στο Παρίσι τον Μπαλζάκ, τον Γκοτιέ, τον Νερβάλ, τον Μπανβίλ· ύστερα από ένα μεγάλο ταξίδι στον Ινδικό ωκεανό, που το οργάνωσαν οι δικοί του με την ελπίδα να τον αποσπάσουν από την κλίση του στη λογοτεχνία και από μια ζωή άτακτη και χωρίς σκοπό, γνώρισε τη Ζαν Ντιβάλ, με την οποία συνδέθηκε για όλη του τη ζωή με έναν θυελλώδη δεσμό. Όταν, ύστερα από ενέργειες της οικογένειάς του, του αφαιρέθηκε το δικαίωμα να διαχειρίζεται την περιουσία του, αποπειράθηκε ν’ αυτοκτονήσει. Δημοσίευσε ωστόσο, με τον τίτλο Σαλόνι του 1845, την πρώτη του κριτική για την ετήσια έκθεση (Σαλόν) ζωγραφικής και γλυπτικής στο Λούβρο, την οποία ακολούθησε άλλη μία τον επόμενο χρόνο, ενώ συγχρόνως δημοσίευε μεμονωμένα σε περιοδικά και τα πρώτα του ποιήματα. Το 1848 έλαβε μέρος στην επανάσταση του Φεβρουαρίου με την ομάδα του Μπλανκί και στις εργατικές ταραχές του Ιουνίου· εγκατέλειψε όμως γρήγορα την ιδέα της ενεργούς επαναστατικής δράσης και κλείστηκε σε μια πικρή, σαρκαστική απομόνωση απέναντι στα γεγονότα της κοινωνικής και πολιτικής ζωής. Γύρω στα 1850 ο Μ. ήταν ήδη ο πρώτος θαυμαστής και ερμηνευτής του Βάγκνερ στη Γαλλία και ο εισηγητής του Πόε, του οποίου μετάφρασε πολλά ποιητικά και πεζά έργα. Στα λογοτεχνικά του κείμενα, που συγκεντρώθηκαν μετά τον θάνατό του στον τόμο Η ρομαντική τέχνη (1868) και στα τεχνοκριτικά του δοκίμια, που περιλήφθηκαν στα Αισθητικά περίεργα, (1868), αναπτύσσει, έστω και μέσα από την ερμηνεία των ειδικών αξιών της ζωγραφικής στο έργο του Ντελακρουά, μια νέα αισθητική αντίληψη. Στα ποιήματα και στα δοκίμια για διάφορα θέματα προστέθηκαν από το 1855 τα πρώτα «πεζοτράγουδα» που δημοσιεύτηκαν σε συλλογή, μετά τον θάνατό του, το 1869, με τον τίτλο Το «σπλιν» του Παρισιού καθώς και προσχέδια, σχεδιάσματα (και για θεατρικά κείμενα) και σημειώσεις ημερολογίου: τα συνταρακτικά Προσωπικά ημερολόγια (που εκδόθηκαν το 1909). Ο Μ. υπέφερε συνεχώς από έλλειψη χρημάτων, από τις οξυμένες και οδυνηρές σχέσεις με τους οικείους του (όπως το βεβαιώνουν τα θαυμάσια και σπαρακτικά γράμματα προς τη μητέρα του), από μια αγχώδη εσωτερική ταραχή που αντανακλά και στην ανήσυχη ασάφεια της συναισθηματικής ζωής του και έμεινε ουσιαστικά χωρίς κατανόηση. Το 1857 κυκλοφόρησε, αφιερωμένος στον Γκοτιέ, ο τόμος, στον οποίο συγκέντρωσε την ποιητική του παραγωγή: Τα άνθη του κακού. Στο βιβλίο αυτό, οι εμπειρίες του «σπλιν» (που ο Μ. το ορίζει ως είδος αρρώστιας του πνεύματος), της φτώχειας, του πόνου, της ιδιοτροπίας εκφράζονται με εικόνες ασυνήθους ενάργειας και έρχονται σαν απόκριση σε μια συνείδηση τυραννισμένη από το αίσθημα του θανάτου και της αναζήτησης του απόλυτου. Το βιβλίο αυτό προκάλεσε σκάνδαλο και κατασχέθηκε αμέσως, ο συγγραφέας του καταδικάστηκε σε βαρύ πρόστιμο για προσβολή της ηθικής και των χρηστών ηθών και έξι από τα ωραιότερα ποιήματα της συλλογής αφαιρέθηκαν, γιατί κρίθηκαν άσεμνα. Αντίθετα όμως, η δεύτερη έκδοση (1861) πλουτίστηκε με καινούργια ποιήματα, όπως και η τρίτη. Το 1860 εκδόθηκε, με τον τίτλο Οι τεχνητοί παράδεισοι ένα δοκίμιο - κάτι μεταξύ ψυχολογικού και λογοτεχνικού κειμένου - που ο Μ. είχε γράψει για τις επιδράσεις ορισμένων διεγερτικών (του χασίς και του όπιου) στη φαντασία. Η φτώχεια –στην οποία είχαν προστεθεί τα μόνιμα υπολείμματα μιας αρρώστιας που είχε από τα νιάτα του– τον ώθησε, το 1864, σε ένα ταξίδι στο Βέλγιο· στις σελίδες της βιαιότατης σάτιράς του για το έθνος αυτό, τις οποίες έγραψε για ένα βιβλίο που σχεδίαζε, βρίσκουμε τα ίχνη των απογοητεύσεων που ένοιωσε εκεί. Ημιπαράλυτος πια, στερημένος από την ικανότητα της ομιλίας, έμαθε, λίγο πριν πεθάνει στο Παρίσι, πως νέοι ποιητές, όπως ο Βερλέν και ο Μαλαρμέ, τρέφουν θερμότατο θαυμασμό για την ποίησή του. Η ποίηση του Μ., πλούσια σε ρομαντικούς απόηχους (Βινί, Ουγκό) φαίνεται επίσης να συγγενεύει και με την παρνασσιακή σχολή ως προς τη λεπτολόγα λατρεία και φροντίδα για τη μορφική τελειότητα· παράλληλα, οι συμβολιστές θεώρησαν ότι ένα περίφημο σονέτο από τα Άνθη του κακού εκφράζει δυναμικά τις βασικές αρχές της δικής τους ποιητικής. Πέρα όμως από τα λογοτεχνικά ρεύματα του 19ου αι., οι βασικές κατακτήσεις του έργου του Μ. απηχούν σε όλο το ποιητικό κλίμα της εποχής μας: επιβεβαίωση, μέσα από την ίδια την εμπειρία του κακού, μιας αποφασιστικής αυτονομίας της ποιητικής αίσθησης (σε σχέση με την ηθική και τη λογική)· η ιδέα ότι η ποίηση είναι ταυτόχρονα και μέθη («Πρέπει νά ‘σαι πάντα μεθυσμένος... από κρασί, από ποίηση ή από αρετή, όπως προτιμάτε...») και η αυτοκριτική συνείδηση («Είναι αδύνατο ο ποιητής να μην έχει μέσα του έναν κριτικό...»).
Dictionary of Greek. 2013.